Ποιος είναι ο τρίτος καλύτερος;
4 Σεπτεμβρίου 2015 § 1 σχόλιο
Ας πούμε ότι όλοι συμφωνούμε πως ο Μέσι είναι ο καλύτερος. Ας δεχτούμε ότι ο Κριστιάνο έρχεται δεύτερος. Ποιος είναι ο τρίτος;
Ενα ερώτημα για το τέλος του καλοκαιριού και την αρχή του φθινοπώρου.
Υπάρχει η εύκολη απάντηση: ο Λουίς Σουάρες. Μάλιστα, στην ψηφοφορία της UEFA προ ημερών τερμάτισε πάνω και από τον Κριστιάνο, γεγονός απόλυτα λογικό, καθώς στον περυσινό θρίαμβο της Μπάρτσα απέδειξε ότι είναι més que un εξαιρετικός σκόρερ, όπως ήταν, για παράδειγμα, στα χρόνια της Λίβερπουλ. Σε μια σεζόν που ξεκίνησε, να θυμίσουμε, με την απαγόρευση (όχι μόνο της συμμετοχής του σε αγώνες αλλά και) της εισόδου του σε αγωνιστικούς χώρους, ως συνέπεια της γεμάτης μπουκιάς από τον ώμο του Τζόρτζιο Κιελίνι. Τέλος πάντων, ας δεχτούμε την κλισέ σαχλαμάρα ότι η ιδιορρυθμία είναι καμιά φορά συνοδός της ευφυΐας (αν όχι και προϋπόθεσή της) και η αλήθεια είναι ότι η ποδοσφαιρική ευφυΐα του Ουρουγουανού υπάρχει σε αφθονία μέσα στο κεφάλι του.
Το θέμα μας όμως εδώ δεν είναι να πούμε τι παίκτης είναι ο Σουάρες. Όλοι τον ξέρουμε. Το θέμα είναι να απαντήσουμε στο ερώτημα της αρχής, το οποίο εξελίσσεται σε κάτι πολύ πιο συγκεκριμένο: αν δεν είναι ο Σουάρες ο τρίτος καλύτερος εν ενεργεία ποδοσφαιριστής τότε ποιος είναι;
Ας πάρουμε για αρχή τους συμπαίκτες του. Υπάρχει, για παράδειγμα, ο Νεϊμάρ. Αλλά ο Νεϊμάρ, κακά τα ψέματα, δεν είναι καν ο τρίτος καλύτερος παίκτης στην Μπαρτσελόνα. Γιατί υπάρχει ο Μέσι, υπάρχει ο Σουάρες, υπάρχει κι ο Ινιέστα. Γιατί αν αυτό το κείμενο γραφόταν πριν 2-3 χρόνια η συζήτηση θα τελείωνε στο όνομα του Ισπανού. Σήμερα βέβαια μάλλον τον προσπερνάει. Οδεύοντας στα 32 του ο Ινιέστα των μεγάλων buzzer beater των περασμένων ετών, υποχωρεί λίγο στην ιεραρχία – εμείς θα τον βάζαμε στις τελευταίες θέσεις ενός τοπ 10.
Οπότε πάμε παρακάτω. Ο Τόνι Κρος ίσως; Μέχρι και το Μουντιάλ μας έδινε την εντύπωση ότι αν μη τι άλλο είναι το καλύτερο κεντρικό χαφ στον κόσμο, η επόμενη έκδοση του Πολ Σκόουλς. Στην περυσινή χρονιά του στη Μαδρίτη όμως έκανε ένα βήμα πίσω, χάθηκε στο χαοτικό σύμπαν της Ρεάλ και τελικά έγινε ένας δεύτερος Μόντριτς δίπλα στον ίδιο τον Μόντριτς και αυτό δεν είναι ούτε κακό αλλά ούτε και καλό. Ο Κρος, τέλος πάντων, στην ποδοσφαιρική συλλογική συνείδηση αυτού του κόσμου δεν είναι καλύτερος από τον Σουάρες. Ίσως δεν είναι καλύτερος ούτε από τον Τόμας Μίλερ, ο οποίος έχει αυτό το πολύ σπάνιο πράγμα που έχουν κάποιοι άνθρωποι να βάζουν πάρα πολλά γκολ. Αλλά εντάξει, σκέτοι σκόρερ δεν παίζουν στην κουβέντα, δεν είμαστε μικρά παιδιά. Για αυτό δεν συζητάμε ούτε για τον Σέρχιο Αγκουέρο, ούτε για τον Λεβαντόφσκι, ούτε καν για τον Φάνη Γκέκα. Από σέντερ φορ υπάρχει και ο Ζλάταν. Αλλά αυτό το καράβι έχει σαλπάρει προ πολλού για τον πλανήτη της τρέλας.
Ο Άνχελ Ντι Μαρία; Υπερβολή; Σε αρκετές περιπτώσεις τα τελευταία 2-3 χρόνια απέδειξε ότι δεν είναι ένας κακομαθημένος μπαλαδόρος (όπως ίσως μερικοί από εμάς νομίζανε) και υπήρξαν παιχνίδια τοπ επιπέδου που ξεχώριζε για πλάκα. Αλλά ο Ντι Μαρία έχει αυτήν την κατάρα να μοιάζει με ρολίστα και όχι με πρωταγωνιστή. Φταίει ο χαρακτήρας του; Φταίει το σουλούπι του; Φταίνε αυτές οι κακόμοιρες οι καρδούλες; Δεν έχει σημασία, αν αύριο το πρωί ερχόταν στον ΠΑΟΚ θα κουβαλούσε τις φανέλες του Μπερμπάτοφ. Τέλος πάντων, μετά το φετινό φιάσκο στη Γιουνάτεντ θα έχει την ευκαιρία για μια απίθανη χρονιά στο Παρίσι, τον πιστεύουμε, αλλά ως τότε βλέπουμε. Με άλλα λόγια για να είσαι κορυφαίος, ικανός να στιγματίσεις τη γενιά σου, πρέπει να είσαι παραπάνω από ένας πολύ καλός ποδοσφαιριστής. Είναι κάτι σαν τη γυναίκα του Καίσαρα. Για αυτό, για παράδειγμα, δεν μπαίνει στην κουβέντα ο Φίλιπ Λαμ που θα είναι πάντα ο απουσιολόγος μας από το γυμνάσιο ή ο Γκάρεθ Μπέιλ που θα είναι πάντα ένα νεόπλουτο ουαλάκι με κόκκινα μάγουλα που δεν ξέρει τι να κάνει τα μαλλιά του.
Μια καλή υποψηφιότητα ίσως είναι ο Ρόμπεν. Το πρόβλημά του είναι ότι στη συνείδηση του κόσμου, στην πιο κρίσιμη στιγμή του ματς, ο Ολλανδός θα στείλει τη μπάλα στο δοκάρι. Μετράνε αυτά. Δεν μπαίνεις στο πάνθεον αν ο κόσμος σε έχει για χασογκόλη. Αλλά το ουσιαστικό του πρόβλημα είναι το εύθραυστο της ψυχής και του σώματός του. Οταν δεν πονάει και όταν δεν ξυπνούν φαντάσματα στο μυαλό του είναι μια τεράστια περίπτωση. Στα καλά του φεγγάρια, όταν βάζει το κεφάλι κάτω και συγκλίνει προς την περιοχή, θα του δίναμε και την δεύτερη θέση. Αλλά τα καλά του φεγγάρια έρχονται κάθε πανσέληνο.
Και κάπως έτσι φτάνουμε στον Γουέιν Ρούνεϊ. Είναι (χρονομετρημένα) ένας από τους πιο γρήγορους παίκτες της εποχής μας, είναι δυνατός και ανθεκτικός στις επαφές, έχει καλό σουτ και με τα δυο πόδια, άριστη αντίληψη του χώρου με άψογες μακρινές μεταβιβάσεις, μπορεί να παίξει σε περισσότερες από δυο θέσεις, μπορεί να σκοράρει ακόμα και με ανάποδο ψαλίδι σε ντέρμπι με τη Σίτι και να είναι ο αρχηγός της εθνικής του ομάδας, ακόμα κι αν αυτή είναι η εθνική Αγγλίας, τι να κάνουμε; Ο Ρούνεϊ αδίκησε τον εαυτό του μένοντας στη Γιουνάιτεντ από την άποψη ότι αναλώθηκε σε διάφορα ήξεις αφήξεις και σήμερα έχει καταλήξει να είναι ο γεροπαράξενος του Μάντσεστερ, ένας αγγλάρας που δεν παραδέχεται ότι του πέφτουν τα μαλλιά, ξεχασμένος σταρ σε μια ομάδα που προσπαθεί να αναγεννηθεί μέσα από τους πειραματισμούς του Φαν Χάαλ. Χρωστάει, πάντως, μια καλή χρονιά, οπότε ας κρατήσουμε μικρό καλάθι και ας έχουμε στο μυαλό μας ότι δεν είναι ακόμα ούτε 30 χρονών.
Το πρόβλημα με αυτές τις κουβέντες είναι (α) ότι δεν έχουν κανένα νόημα, (β) ότι βασίζονται κυρίως σε ό,τι να ‘ναι κριτήρια οπότε δεν βγαίνει ποτέ και κανένα πολύ ενδιαφέρον συμπέρασμα, (γ) ότι είναι σχεδόν ταμπού να συζητηθούν παίκτες που αγωνίζονται από τη μέση και κάτω και αυτό είναι μεγάλη μπούρδα. Δηλαδή δεν θα μπούμε εύκολα στον κόπο να ασχοληθούμε με τον Χούμελς, τον Σέρχιο Ράμος, τον Γοδίν, τον Ντάνι Άλβες. Δείτε μια οποιαδήποτε λίστα με τους κορυφαίους όλων των εποχών. Είναι όλες γεμάτες δεκάρια, επιθετικούς και τον Μπεκενμπάουερ. Γιατί δεν ξέρουμε στην ουσία ούτε καν τι πράγμα συζητάμε. Ποιος ξέρει περισσότερη μπάλα; Ποιος έχει τους πιο πολλούς τίτλους; Ποιος συγκινεί τους θεατές; Ποιος είναι ποιο σημαντικός για την ομάδα του; Και αν αυτό ακούγεται το πιο σωστό, αρχίζει το άλλο πανηγύρι. Ποια είναι η ομάδα του; Ποιοι έπαιζαν δίπλα του; Και δεν τελειώνει ποτέ.
Για αυτό κι εμείς θα καταλήξουμε στον Μάνουελ Νόιερ. Τερματοφύλακας. Ο καλύτερος της εποχής μας, ίσως και ο καλύτερος έβερ. Πολύτιμος με χίλιους δυο τρόπους, ξεχωριστός για την ξεχωριστή του θέση, ικανός να πάρει ένα ματς μόνους του, με τον τρόπο που μπορεί να πάρει ένα ματς μόνος του ο Λιονέλ Μέσι. Γεμάτος μετάλλια, ελαφρώς αντιπαθητικός λόγω της τελειότητάς του, κάπως σνομπ και κάπως σπαστικός, δεν θα τον θέλαμε με τίποτα στην παρέα μας αλλά σε κάθε του έξοδο στο κέντρο, όταν προλαβαίνει ξανά και ξανά τον επιθετικό που έχει βγει στην πλάτη της άμυνας, η απόλαυση είναι τουλάχιστον εφάμιλλη με μια μαγική ντρίπλα, με ένα άπιαστο σουτ, με μια απίθανη κάθετη πάσα. Απόλαυση, σπανιότητα και ουσία. Αυτή είναι η μάλλον η μαγική συνταγή για το πάνθεον της μπάλας.
μα τι ωραία που τα λες βρε jimmy. Περιμένω ποστ σε 21 μέρες (ξέρεις εσύ).
μιας και το θυμήθηκα: http://www.thegreekcloud.com/blogs/blog.php?pg=2&uid=25&id=1675